Είναι αρκετοί πλέον εκείνοι που αντιλαμβάνονται ότι ο φωτισμός στο σπίτι αλλά και στον χώρο εργασίας τους μπορεί να κάνει την ειδοποιό διαφορά στον τρόπο που αισθάνονται.
Ο οργανισμός μας χρειάζεται καθημερινά μια “γενναία” ποσότητα φωτός στη σωστή ένταση αλλά και στην κατάλληλη στιγμή της ημέρας, η οποία θα ενεργήσει ως ξυπνητήρι για το βιολογικό ρολόι του οργανισμού μας. Το φως είναι ζωτικής σημασίας για την υγεία και την ευημερία μας. Εξασφαλίζοντας ότι θα λάβουμε τα επαρκή επίπεδα φωτός την κατάλληλη στιγμή της ημέρας ωφελούμαστε στην εγρήγορση, τη διάθεση, την παραγωγικότητα, τις συνήθειες ύπνου μας και πολλές άλλες πτυχές της φυσιολογίας μας.
Ακόμα περισσότερο, το φως μπορεί να επηρεάσει μέχρι και την υγεία μας. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, η συνεχόμενη έκθεση σε συγκεκριμένα είδη τεχνητού φωτός πριν από την νυχτερινή κατάκλιση μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για διαβήτη τύπου 2, την υψηλή αρτηριακή πίεση αλλά ακόμα και τον καρκίνο.
Συνεπώς, πόσο φως χρειαζόμαστε;
Η ποσότητα του φωτός που χρειαζόμαστε εξαρτάται από την ώρα της ημέρας και τις δραστηριότητες που θέλουμε να πραγματοποιήσουμε. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, χρειαζόμαστε υψηλά επίπεδα του φωτός για να μείνουμε σε εγρήγορση για την εργασία ή τα παιδιά για το σχολείο, ενώ καθώς η νύχτα πλησιάζει επιθυμούμε να αισθανόμαστε πιο χαλαροί προετοιμάζοντας έτσι την διαδικασία του βραδινού ύπνου.
Οι ειδικοί συμβουλεύουν ότι για να εξασφαλίσουμε στο σώμα μας αρκετό φως κατά τη διάρκεια της ημέρας, είναι σημαντικό να περάσουμε μια ώρα ή και λίγο περισσότερο σε εξωτερικούς χώρους, ακόμα και μια βόλτα έξω, υπό το φως του χειμερινού ήλιου, είναι ουσιαστικής σημασίας. Αυτό συμβαίνει λόγω του ότι το φυσικό φως, είναι πάντα καλύτερο και πιο ισχυρό από το τεχνητό φως. Σύμφωνα με μετρήσεις το φως του ήλιου είναι μεταξύ 50.000 και 100.000 lux την ίδια στιγμή που ένας λαμπτήρας αποδίδει 250 έως 500 lux ενώ κάποιο light box φθάνει τα 10.000 lux.
Όμως πλησιάζοντας την ώρα του βραδύνου ύπνου το φως θα πρέπει να χαμηλώνει σταδιακά τουλάχιστον μία ώρα πριν τον βραδινό ύπνο, προκειμένου να αρχίσουμε να νιώθουμε σταδιακά νυσταγμένοι. Το πρόβλημα στην χρήση τεχνητού φωτισμού κατά τις νυχτερινές ώρες είναι ότι μειώνει τα επίπεδα της μελατονίνης – μια ορμόνης, η οποία παράγεται στον εγκέφαλο μας μεταξύ 21:00 και 08:00 περίπου το πρωί. Αυτή η ορμόνη είναι ζωτικής σημασίας για την υγεία του σώματός μας, διότι ελέγχει τους «κιρκάδιους ρυθμούς» μας δηλαδή το βιολογικό μας ρολόι. Μπορεί να επηρεάσει ψυχολογικές αλλά και φυσιολογικές λειτουργίες όπως την ικανότητά μας να κοιμηθούμε καλά, να σκεφτούμε καθαρά αλλά ακόμα και την ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης και των επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα.
Επιλέγοντας τον ιδανικό λαμπτήρα…!
Η αγορά του λαμπτήρα έχει υποστεί μεγάλες αλλαγές, καθώς οι παραδοσιακοί λαμπτήρες πυράκτωσης αντικαταστήθηκαν σταδιακά από τους λαμπτήρες «οικονομίας» και στην συνέχεια από εκείνους της τεχνολογίας LED. Στην συνέχεια θα δούμε κάποιες βασικές οδηγίες που θα πρέπει να γνωρίζουμε πριν αγοράσουμε έναν λαμπτήρα! Στην συνέχεια έχουμε να αποφασίσουμε τι είδους φως προτιμούμε. Αυτό μεταφράζετε κυρίως σε πόση φωτεινότητα θέλουμε (Watt και Lumens) αλλά και το χρώμα του φωτός, το οποίο μετράται στην κλίμακα του Kelvin. Κατά το παρελθόν, όταν κάποιος αγόραζε λαμπτήρες πυρακτώσεως μετρούσε την φωτεινότητα σε Watt – η οποία στην πραγματικότητα μετρά την κατανάλωση. Με την έλευση των λαμπτήρων εξοικονόμησης ενέργειας, αυτό έγινε λιγότερο χρήσιμο στην μέτρηση της φωτεινότητας, καθώς οι νέοι λαμπτήρες χρησιμοποιούν πολύ λιγότερη ενέργεια για να παράγουν την ίδια ποσότητα φωτός. Έτσι, αρχίσαμε να εισάγουμε σιγά και σταδιακά την έννοια των Lumens. Όσο περισσότερα, τόσο πιο φωτεινό το φως. Το χρώμα του φωτός μετράται όπως αναφέραμε και προηγούμενα στην κλίμακα Kelvin, η οποία στην πραγματικότητα είναι η κλίμακα μέτρησης της θερμοκρασίας. Όσο λιγότερα τα Kelvin τόσο πιο ζεστό και πιο κίτρινο είναι το φως. Όσο αυξάνονται, το φως γίνεται πιο καθαρό και πιο λευκό.
Τα πράγματα δυσκολεύουν όταν στο παιχνίδι μπαίνει ο Δείκτης Χρωματικής Απόδοσης (CRI)! Με αυτό τον δείκτη μετράμε κατά πόσο η φωτεινή πηγή που χρησιμοποιούμε (λαμπτήρας) απεικονίζει σωστά και κοντά στην πραγματικότητα τα αντικείμενα που φωτίζει. Όποιος λαμπτήρας έχει δείκτη CRI από 80 και άνω είναι σε ικανοποιητικά επίπεδα. Υπάρχουν και φορές που όταν έχουμε την ανάγκη να φωτίσουμε κάποιο έργο τέχνης ή κάτι άλλο, o δείκτης του CRI πρέπει να είναι πάνω από 90.
Στην συνέχεια υπάρχει τεράστια ποικιλία σχημάτων, ανάλογα με την ανάγκη για να διαλέξουμε. Ανάλογα το φωτιστικό για παράδειγμα, έχουμε να διαλέξουμε ανάμεσα σε λαμπτήρες σχήματος κεριού ή σφαιρικού, γλόμπους, κλασικούς και άλλους. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι το σχήμα επηρεάζει την γωνία εκπομπής και γενικότερα την διάχυση του φωτός. Άλλο τεχνικό κυρίως χαρακτηριστικό των λαμπτήρων είναι ο κάλυκας που χρησιμοποιούν. Είναι το κάτω μέρος του λαμπτήρα και αποτελεί το σημείο το οποίο «ενώνεται» με το φωτιστικό. Και εδώ πολλές επιλογές, βιδωτοί λαμπτήρες (Ε14 & Ε27) ή κουμπωτοί B22, GU10 και άλλοι.
Πλέον είμαστε όλοι λίγο πιο ενημερωμένοι και έχουμε όλες τις βασικές γνώσεις για να αποφασίσουμε τον σωστό τύπο λαμπτήρα που χρειαζόμαστε για να καλύψει τις δικές μας ανάγκες. Επίσης σημαντικό είναι να αναφέρουμε ότι πλέον όλες αυτές οι πληροφορίες αναγράφονται στις συσκευασίες όλων των επώνυμων κατασκευαστών λαμπτήρων – προτιμήστε τους και προσέξτε πριν αγοράσετε έναν ανώνυμο και αμφιβόλου ποιότητας λαμπτήρα!
Πέτρος Κουράκλης, Product Manager at KAFKAS